ΧΑΛΥΒΕΣ S500S ΚΑΙ Β500C
Επίδραση της Διάβρωσης στη Μηχανική Συμπεριφορά
Χ.Α. Αποστολόπουλος, Ν.Δ. Αλεξόπουλος & Μ.Π. Παπαδόπουλος
Εργαστήριο Τεχνολογίας και Αντοχής Υλικών, Τμήμα Μηχανολόγων και Αεροναυπηγών Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Πατρών.
Λέξεις κλειδιά: Χάλυβας, οπλισμένου σκυροδέματος,Β500c, S500s, μηχανική απόδοση, δείκτης ποιότητας.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται και αποτιμάται η μηχανική συμπεριφορά αδιάβρωτων και διαβρωμένων προϊόντων σιδηροπλισμού κατηγορίας S500s tempcore και B500c tempcore που έχουν παραχθεί από την ίδια Ελληνική Βιομηχανία. Η αξιολόγηση της μηχανικής συμπεριφοράς πραγματοποιείται με την χρήση του δείκτη ποιότητας QD ο οποίος συνυπολογίζει τις μηχανικές ιδιότητες αντοχής και ολκιμότητας των εν λόγω υλικών. Η διάβρωση των δοκιμίων πραγματοποιήθηκε μετά από διάφορους χρόνους έκθεσης σε εργαστηριακό περιβάλλον αλατονέφωσης. Οι μηχανικές δοκιμές εφελκυσμού έγιναν, προκειμένου να αποτιμηθεί η μηχανική απόδοση των δύο χαλύβων S500s και B500c με βάση τη συσσώρευση βλάβης λόγω διάβρωσης, η οποία εκδηλώνεται συχνά στη διάρκεια της ζωής μιας κατασκευής από οπλισμένο σκυρόδεμα.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το οπλισμένο σκυρόδεμα αποτελεί το κυρίαρχο δομικό υλικό χρησιμοποιείται σήμερα ως κύριο υλικό κατασκευής του φέροντα οργανισμού των περισσότερων δομικών έργων όπως κτίρια, γέφυρες, σήραγγες, λιμενικά έργα κλπ. Το σκυρόδεμα ως υλικό παρουσιάζει υψηλές ιδιότητες αντοχής σε θλίψη, σε αντίθεση με την δυνατότητα ανάληψης εφελκυστικών τάσεων όπου η «επίδοση του» είναι σημαντικά χαμηλότερη. Η κάλυψη της ανάγκης μεταφοράς εφελκυστικών φορτίων από το σκυρόδεμα πραγματοποιείται με την βοήθεια χαλύβδινων ράβδων οπλισμού.
Τα τελευταία χρόνια, αρκετοί ερευνητές (Papadakis 1999, Capozucca 1995, Diamond 1986, Alvarez 1984, Ibrahim 1993, Fang 2004) αναφέρουν ως σημαντικότερη αιτία πρόωρης της υποβάθμισης και της αστοχίας των κατασκευών από οπλισμένο σκυρόδεμα, τη διάβρωση του σιδηροπλισμού. Παρότι είναι γνωστό (Apostolopoulos 2005, Cairns 2005) πλέον ότι η διάβρωση υποβαθμίζει τις περισσότερες μηχανικές ιδιότητες του σιδηροπλισμού, ωστόσο ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να αγνοείται από τις υπάρχουσες προδιαγραφές και τους ισχύοντες κανονισμούς (Ε.Α.Κ 2000, Ε.Κ.Ω.Σ 2000, Κ.Τ.Χ).